English Greek
login
//Αρχική
> Δικαιολογητικά 
> χορήγησης άδειας γομωτή πυροδότη 1ης Κατηγορίας 

Ο Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος και οι Σύγχρονες Προκλήσεις

Σε όποιο μέρος της γης κι αν ζούμε, κάθε φορά που τρώμε, πίνουμε, πλένουμε ή πλενόμαστε, γράφουμε, ζωγραφίζουμε, μαγειρεύουμε, ταξιδεύουμε, ή απλά καθόμαστε στην εστία του σπιτιού μας, μεταχειριζόμαστε χρήσιμα ορυκτά που έχουν εξορυχθεί και υποστεί κατάλληλη επεξεργασία.

Από το ξεβαμμένο τζιν μας ως την οδοντόκρεμά μας, από το τηλεόραση μας, το κινητό μας μέχρι την άμμο υγιεινής για τις γάτες μας, από τα φωτοβολταϊκά μας «πάνελ» μέχρι τις σκιές αισθητικής των ματιών, χρησιμοποιούμε επεξεργασμένα ορυκτά. Και ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Εστω κι αν δεν το ξέρουμε, τα ορυκτά υπάρχουν στη ζωή μας, κι εμείς ζούμε μαζί τους!

Τα τελευταία χρόνια που η πρόσβαση σε ενεργειακές και μη ενεργειακές πρώτες ύλες αποτελεί καίριο ζήτημα διεθνώς, που η αλματώδης αύξηση στη ζήτησή τους έχει οδηγήσει τις τιμές των μετάλλων στα ύψη και ο κλάδος εγκαταλείπει σταδιακά την παραδοσιακή του θέση ως βαριάς βιομηχανίας με χαμηλή προστιθέμενη αξία και προσπαθεί να προωθήσει την καινοτομία ως κινητήρια δύναμη της ανταγωνιστικότητας, ο ορυκτός πλούτος κάθε χώρας αποκτά ιδιαίτερη σημασία. 

Ηδη όλες οι χώρες που διαθέτουν σημαντικούς φυσικούς και ορυκτούς πόρους προσπαθούν να εφαρμόσουν «γεωπολιτική πόρων» και η ΕΕ (η οποία κάποτε πρωτοσχηματίστηκε ως Ενωση Ανθρακος και Χάλυβος) έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται τις πολιτικές αυτές και να προβληματίζεται για την δική της πολιτική, προτείνοντας για πρώτη φορά γεωπολιτική στρατηγική φυσικών πόρων (πρωτοβουλία Γκίντερ Φερχόϊγκεν).

Το 50% τουλάχιστον των παγκοσμίως βεβαιωμένων κοιτασμάτων ορυκτών πόρων βρίσκονται σε χώρες τρίτου κόσμου, οι οποίες γενικά δεν ασκούν πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης μέχρι σήμερα, και από τις οποίες πρέπει η Ε.Ε. να διενεργεί συστηματικές εισαγωγές. Η Ε.Ε. βασίζεται σε πολύ μεγάλο και δυστυχώς ολοένα αυξανόμενο βαθμό, στις εισαγωγές πρώτων υλών από χώρες εκτός Ευρώπης. Το 70% της ευρωπαϊκής κατασκευαστικής βιοµηχανίας (manufacturing) εξαρτάται από τα ορυκτά ως πρώτη ύλη.

Εντούτοις, η δημιουργία (ή η μεταφορά) των κέντρων παραγωγής μακριά από την Ε.Ε, οδηγεί σταθερά τον κλάδο σε μείωση ανάπτυξης νέων εκμεταλλεύσεων εντός της Ε.Ε, σε περιορισμό έρευνας και σε εμφανή κίνδυνο για την βιωσιμότητα του κλάδου. Επιπλέον, με την τακτική αυτή, κι επειδή οι χώρες αυτές του Τρίτου Κόσμου δεν εφαρμόζουν μοντέλα βιώσιμης ανάπτυξης, δεν αποφεύγονται τα προβλήματα, τα οποία επανεισέρχονται στην ΕΕ, ως περιβαλλοντικά πλέον προβλήματα παγκόσμιας εμβέλειας (φαινόμενο θερμοκηπίου κλπ) τα οποία δεν υπακούουν στη λογική των συνόρων.

Παράλληλα, οι προκλήσεις για ασφάλεια και περιβάλλον, για ποιότητα και ενημέρωση δεν μπορούν να περιμένουν. Επιπλέον, οι τοπικές κοινωνίες σήμερα προσδοκούν από την οποιαδήποτε επιχειρούμενη δραστηριότητα να λαμβάνει υπόψιν πρωτίστως τις ανάγκες των πολιτών, όπου λαμβάνει χώρα η δραστηριότητα. Συνεπώς, η έννοια τόσο της κερδοφορίας όσο και εκείνη της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης πρέπει να προσεγγίζεται με ένα ευρύτερο πνεύμα που συνδέεται στενά με τη βιώσιμη ανάπτυξη καθώς ενσωματώνει τον οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο των δραστηριοτήτων.

Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες της ΕΕ που διαθέτει σηµαντικό ορυκτό πλούτο, ο οποίος συνίσταται σε ποικιλία ορυκτών και µεταλλευµάτων µε µεγάλο βιοµηχανικό ενδιαφέρον. Η υψηλή ποιότητα και οι πολλές και εξειδικευμένες χρήσεις των ορυκτών που διαθέτει η Ελλάδα σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ και γενικότερα με την διεθνή αγορά, δίνει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα στην οικονομία της χώρας. Ο εξορυκτικός κλάδος, έχει έντονο εξωστρεφή χαρακτήρα, αφού οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του, κατέχοντας ηγετικές θέσεις στην παγκόσµια αγορά. Σήμερα, εταιρείες του κλάδου κατέχουν σημαντικά μερίδια σε προϊόντα όπως βωξίτης, αλούμινα, αλουμίνιο, νικέλιο, καυστική μαγνησία, μπεντονίτη, περλίτη, κίσσηρη και μάρμαρα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Ελλάδα, σε παγκόσμια κλίμακα, είναι η μοναδική χώρα παραγωγής χουντίτη, πρώτη χώρα παραγωγής περλίτη, δεύτερη χώρα στην παραγωγή κίσσηρης (ελαφρόπετρα), μπεντονίτη και πρώτη στην εξαγωγή μαγνησίτη στην ΕΕ. Επίσης κατέχει την 2η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την 5η παγκοσμίως στην παραγωγή λιγνίτη. Επιπλέον, διαθέτει σημαντικά υπό εκμετάλλευση κοιτάσματα αστρίων, γύψου, καολίνη, μικτών θειούχων (μολύβδου, ψευδαργύρου), ολιβίνη, ποζολάνης, χαλαζία κλπ. Τέλος διαθέτει και κοιτάσματα που δεν έχουν ακόμη υποστεί εκμετάλλευση ή η εκμετάλλευσή τους έχει σταματήσει (μαγγανίου, χρωμίτη, ουρανίου, χρυσού, πετρελαίου, σμύριδας, αλατιού κλπ.) καθώς και σημαντικότατο γεωθερμικό κατάλληλο είτε για ηλεκτροπαραγωγή είτε για θερμικές εφαρμογές.

Γι΄αυτό και ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος, αποτελεί σηµαντικό τοµέα της οικονοµικής δραστηριότητας της χώρας µας (συμμετοχή 4-5% στο ΑΕΠ αν ληφθεί υπόψιν και ο μεταποιητικός τομέας) ο οποίος τροφοδοτεί µε τα απαραίτητα υλικά-πρώτες ύλες µια σειρά σηµαντικών κλάδων όπως την τσιµεντοβιοµηχανία, τις κατασκευές, την παραγωγή ενέργειας, τη βιοµηχανία μη σιδηρούχων μετάλλων (αλουµινίου, νικελίου, κλπ), τη βιομηχανία ανοξείδωτου χάλυβα κ.ά. Επιπλέον, εξασφαλίζει θέσεις απασχόλησης και επειδή κατά κανόνα δραστηριοποιείται στην Περιφέρεια, συμβάλλει σημαντικά στην πολυπόθητη περιφερειακή ανάπτυξη.

Εξετάζοντας με σχολαστικότητα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα καθώς και τις ιδιαιτερότητες του κλάδου, πρέπει να απαντήσουμε στις προκλήσεις των καιρών προωθώντας πολιτικές και πρακτικές προς την κατεύθυνση αυτή του συνδυασμού της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης με την περιβαλλοντική προστασία. Νέα υλικά, νέες τεχνολογίες, νέες χρήσεις φιλικότερες προς τον πολίτη και το περιβάλλον. Ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στο κόστος της κάθε επένδυσης, περαιτέρω εστίαση στο θέμα της ανακύκλωσης πρώτων υλών, επαναχρησιμοποίησης προϊόντων και παραπροϊόντων εξόρυξης, εφαρμογή κώδικα αρχών βιώσιμης ανάπτυξης. Κατάλληλη αξιοποίηση των νοµοθετικών και οικονομικών εργαλείων προς την κατεύθυνση αυτή. Ανοικτές διαδικασίες, δημόσια διαβούλευση, ενημέρωση και δημοκρατικός διάλογος προς κάθε κατεύθυνση.

Η ποιότητα, η ασφάλεια και το περιβάλλον αποτελούν πιεστικές προκλήσεις αλλά και ουσιαστική ανάγκη των καιρών, επηρεάζοντας σε βάθος όχι μόνο την εξέλιξη του κλάδου αλλά και την ίδια την ύπαρξή του μετά από μια μακραίωνη ιστορική διαδρομή.

Στο πλαίσιο αυτό, τα θέματα αποδοχής από μέρους των τοπικών κοινωνιών, οι εργολαβικές σχέσεις εργασίας και η εταιρική κοινωνική ευθύνη, η εφαρμογή συστημάτων διασφάλισης ποιότητας, η πρόσβαση στην περιβαλλοντική αλλά και κάθε πληροφορία καθώς και η λειτουργία συστημάτων που την επιτρέπουν (διαδικτυακές βάσεις δεδομένων, GIS κλπ), αποκτούν επίσης ιδιαίτερη σημασία.                                         [του Πέτρου Τζεφέρη]
 
Πρότυπα συμόρφωσης:
Newsletter:
OK
©2008 Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Powered by:Hypertrak- CMS | Enabled by Data Concept Α.Ε.